Για πολύ απαιτητικούς ομιλητές
8 Ιουλίου 2025Η λέξη ως εξωτερική οντότητα
21 Ιουλίου 2025Βιβλίο για το καλοκαίρι για όσους αγαπούν την γλώσσα
ΔΗΜΟΤΙΚΗ: Ο “γενάρχης” και ο “πατριάρχης” τής δημοτικής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ (1848-1941) ο «γενάρχης» τής δημοτικής.
Αν ο Ψυχάρης θεωρείται, με μια δόση υπερβολής, ο «πατριάρχης» τής δημοτικής, τότε, με αντίστοιχη δόση υπερβολής, ο Γ. Χατζιδάκις μπορεί να θεωρηθεί ο «γενάρχης» τής δημοτικής. Γιατί ο Χατζιδάκις υπήρξε ο πρώτος και κύριος επιστημονικός μελετητής τής δημοτικής, αυτός που αποκατέστησε την αλήθεια για την προέλευση τής νεοελληνικής-δημοτικής γλώσσας, αυτός που υποστήριξε το κύρος και τα δικαιώματα τής δημοτικής εναντιούμενος στους αρχαϊστές και αυτός στον οποίο γίνεται ο μεγαλύτερος αριθμός παραπομπών στις πολυάριθμες και θεμελιώδεις μελέτες του για τη δημοτική γλώσσα. Και ωστόσο ο Χατζιδάκις, ο πατέρας τής γλωσσικής επιστήμης στην Ελλάδα, θεωρήθηκε ο κατ’ εξοχήν πολέμιος τής δημοτικής και μάλιστα ο πιο υπολογίσιμος και πιο «επικίνδυνος» λόγω τού τεράστιου επιστημονικού κύρους του.
Η πραγματικότητα —και το αδύνατο σημείο τού Χατζιδάκι— ήταν ότι δεν ήθελε τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα τού γραπτού λόγου, διότι ακόμη στα χρόνια του η δημοτική πράγματι δεν ήταν τόσο καλλιεργημένη, ώστε να αποτελέσει αμέσως τότε τη γλώσσα τής διοικήσεως, τής επιστήμης, τής εκπαίδευσης. Αν ο Χατζιδάκις είχε στηρίξει τη δημοτική, είναι βέβαιο ότι θα αποδυνάμωνε την ισχύ και τα επιχειρήματα των αντιπάλων τής δημοτικής, θα άμβλυνε τις αντιθέσεις και —κάτι εξίσου σοβαρό— θα απέτρεπε ακρότητες και προκλήσεις που εμφανίστηκαν στη δίνη τού γλωσσικού.
Οπωσδήποτε, κανείς άλλος μελετητής τής Νέας Ελληνικής γλώσσας δεν νομιμοποιείται να υποστηρίξει ότι άνοιξε τον δρόμο στην επιστημονική μελέτη τής δημοτικής και των διαλέκτων, ότι επέλυσε σοβαρά επιστημονικά ζητήματα που σχετίζονταν με τη δομή, την ιστορική εξέλιξη και τη δύναμη τής δημοτικής γλώσσας και των νεοελληνικών διαλέκτων και ιδιωμάτων όσο ο Γ. Χατζιδάκις. Δεν είναι τυχαίο ότι νωρίς δέχθηκε τα βέλη των αρχαϊστών και των αμιγών καθαρευουσιάνων, που τον κατηγόρησαν ότι πρόδωσε τη λόγια γλωσσική παράδοση. Ακριβώς όπως ο Μ. Τριανταφυλλίδης κατηγορήθηκε από φορμαλιστές δημοτικιστές, από τον ίδιο τον Ψυχάρη, ότι «πρόδωσε» τη δημοτική, κάνοντας παραχωρήσεις προς τη λόγια γλώσσα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΨΥΧΑΡΗΣ (1854-1929), ο «πατριάρχης» τής δημοτικής
Για τη συμβολή τού Γιάννη Ψυχάρη στην εξέλιξη και έκβαση τού γλωσσικού, ένα γεγονός πρέπει να συνειδητοποιηθεί από όλους: Χωρίς την επιστημονική παρέμβαση τού Ψυχάρη και χωρίς τη μαχητική του δράση η «γλωσσική διμορφία», που ήταν αποδεκτή επί αιώνες, θα μπορούσε να συνεχιζόταν και σήμερα. Με άλλα λόγια, επίλυση τού γλωσσικού πιθανότατα δεν θα είχε ακόμη υπάρξει.
Σε άλλο κεφάλαιο τού παρόντος τόμου ο γράφων έχει δείξει ότι ο Ψυχάρης γνώρισε, υπήρξε μαθητής και εν συνεχεία συνυπηρέτησε στην École Pratique des Hautes Études τής Σορβόννης με τον Ferdinand de Saussure, τον μεγαλύτερο γλωσσολόγο στην Ευρώπη και εισηγητή τής Σύγχρονης Γλωσσολογίας. Ως εκ τούτου, μπορούμε με βεβαιότητα να υποθέσουμε ότι επηρεάστηκε από τη διδασκαλία τού Saussure. Η έμφαση τού Saussure στην αξία τού προφορικού λόγου ή στη γλώσσα ως σύστημα κ.λπ. δεν μπορεί να μην επηρέασαν τη σκέψη τού νέου τότε καθηγητή Γιάννη Ψυχάρη, ο οποίος —όχι τυχαία— αφιερώνει το βιβλίο του Quelques travaux de linguistique, de philologie et de literature helléniques στον F. de Saussure και σε άλλους δασκάλους του. Επίσης υπερτονίζονται συνήθως πλευρές τού Ψυχάρη, όπως τού ιδεολόγου, τού μαχητή-ήρωα, τού κοινωνιστή, τού λογοτέχνη, και λησμονείται η κύρια ιδιότητά του, τού γλωσσολόγου, και μάλιστα τού γλωσσολόγου τής ιστορικοσυγκριτικής γλωσσολογίας, που είναι φυσικό να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις θέσεις του για τη γλώσσα.
Όπως εξηγήσαμε, η εμμονή του σε μια απολύτως ρυθμιστική (όχι περιγραφική) αντιμετώπιση τής γλώσσας, η εμμονή του στη νόρμα, στην αναλογία, στην έννοια τής γλώσσας ως απαραβίαστου συστήματος τον οδήγησαν στις ακραίες θέσεις που πήρε στο γλωσσικό, οι οποίες δεν ήταν προϊόν άγνοιας αλλά θεωρητικών (υπεργενικευμένων και παρερμηνευμένων) θέσεων, που δεν άφηναν περιθώρια για οποιαδήποτε πολυμορφία στη γλώσσα ή για στοιχεία (λέξεις, δομές) που οφείλονταν στη διπλή παράδοση τής ιστορίας τής ελληνικής γλώσσας. Ότι θα μπορούσε ο Ψυχάρης, ως ειδικός γλωσσολόγος μάλιστα και ως μελετητής τής γλώσσας των λογοτεχνικών κειμένων, να είχε βοηθήσει περισσότερο και να μην είχε προκαλέσει τόσο με τις ακραίες θέσεις του που έβλαπταν την ίδια την υπόθεση τής δημοτικής, είναι βέβαιο. Αλλά εξίσου βέβαιο είναι ότι τα κείμενά του, η διδασκαλία, η μαχητικότητά του συνέβαλαν αποφασιστικά, όπως το είπαμε ήδη, στη λύση τού γλωσσικού ζητήματος, έστω και έναν ολόκληρο αιώνα μετά τη δημοσίευση τού «Ταξιδιού» του.