Προς μια αναγέννηση των ΑΕΙ ή μια ουτοπία;

Καταχωρήθηκε στο Παιδεία

Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ (Νέες Εποχές)
2 Δεκεμβρίου 2007


Τα τελευταία χρόνια, με έντονη δραστηριοποίηση και κορύφωμα τη δεκαετία 2000-2010, στο ευρωπαϊκό στερέωμα τής Ανώτατης Παιδείας κυριαρχεί η Συμφωνία τής Μπολώνιας, το όραμα δηλ. -και ο στόχος- ενός ενιαίου Χώρου τής Ευρωπαϊκής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΗΕΑ: European Higher Education Area). Οι χώρες τής Ευρώπης δηλ. αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν ενιαίο (ο όρος αποφεύγεται, αλλά υπόκειται στην όλη επιδίωξη) χώρο υψηλού επιπέδου Ανώτατης Εκπαίδευσης που αφ' ενός θα θύμιζε τις καλές εποχές των μεγάλων Πανεπιστημίων τής Ευρώπης με το θαυμαστό όνομα, κύρος και γόητρο και αφ' ετέρου θα αποτελούσε πόλο έλξεως για ξένους φοιτητές (Ασιάτες, Αφρικανούς, Αραβες, Αμερικανούς κ.ά.) να σπουδάσουν σε πανεπιστήμια τής Ευρώπης σε πολύ μεγαλύτερη έκταση απ' ό,τι σήμερα. Παράλληλα το νέο ποιοτικό Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο θα ανταγωνιζόταν τα καλά μεγάλα Πανεπιστήμια τής Αμερικής (λίγα αριθμητικώς σε σχέση με πολλά άλλα μέτρια ή ασήμαντα) που έχουν αποκτήσει υψηλό κύρος και συγκεντρώνουν, ιδίως σε μεταπτυχιακό επίπεδο -παρά τα ακριβά τους δίδακτρα-, μεγάλο αριθμό φοιτητών από άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης και τής Ευρώπης.

Το όραμα επαινετό, ο στόχος ευγενής, προφανή και τα προσδοκώμενα ευεργετικά αποτελέσματα. Πέρα οποιουδήποτε ανταγωνισμού ή προσέλκυσης ξένων φοιτητών η αναβάθμιση της ποιότητας των Πανεπιστημίων τής Ευρώπης αποτελεί άμεσο και αναγκαίο ζητούμενο. Αυτό που επιδέχεται συζήτηση και κριτική είναι οι τρόποι επίτευξης τού τεθέντος στόχου, ο σχεδιασμός και η εκτέλεση. Συγκεκριμένα: πώς μπορεί να αναβαθμισθεί ποιοτικά η Ευρωπαϊκή Ανώτατη Εκπαίδευση; Πώς ανεβάζεις την ποιότητα, την αναγνώριση, το κύρος, την αποτελεσματικότητα ενός ή -όπως είναι το ζητούμενο- όλων των Πανεπιστημίων τής Ενωμένης Ευρώπης; Η απάντηση κάθε έμπειρου γνώστη τής Ανώτατης Εκπαίδευσης θα συνοψιζόταν επιγραμματικά: με καλύτερης ποιότητας και μεγαλύτερης έκτασης έρευνα -με καλύτερη, πραγματικά ποιοτική και εμπνευσμένη, διδασκαλία και κατάρτιση των φοιτητών -με ανανέωση και εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών- με επαρκές αριθμητικά και αυστηρά επιλεγμένο επιστημονικό δυναμικό -με κατάλληλες υποδομές- με πραγματική και μεγαλύτερη αυτονομία στα Πανεπιστήμια να χειρίζονται τα τού οίκου τους και να διαμορφώνουν τη φυσιογνωμία τους. Αυτά θα έλεγε πάνω-κάτω κάθε έμπειρος πανεπιστημιακός.

* «Το κερασάκι τής τούρτας»

Ας δούμε όμως -και ας εκτιμήσουμε- τι είπαν και τι αποφάσισαν με τη Συμφωνία τής Μπολώνιας οι υψηλόβαθμοι τεχνοκράτες των γραφείων τής Ευρωπαϊκής Ενωσης, πείθοντας και την πολιτική ηγεσία των μελών-κρατών. Συνέλαβαν ως κύριο μέτρο -και μοχλό πίεσης- για την ποιοτική αναβάθμιση τη συνεχή διαδικασία «διασφάλισης τής ποιότητας» (quality assurance), δηλ. την αξιολόγηση. Για να επιτευχθεί όμως η αξιολόγηση, χρειάζεται να υπάρχουν όμοια κριτήρια, γι' αυτό και κατέληξαν σταδιακά στην ανάγκη συγκρότησης ενός γενικού πλαισίου προσόντων, δηλ. σε ένα γενικής ισχύος σύνολο κριτηρίων. Χρειάζεται επίσης να μπορούν να αναγνωρισθούν τα παρεχόμενα πτυχία μεταξύ των πανεπιστημίων. Αρα χρειάζεται ένα γενικό σύστημα πιστωτικών μονάδων (credits) για τα μαθήματα που παρέχουν σε κάθε κλάδο τα πανεπιστήμια, ώστε να μπορεί να γίνει σύγκριση και αναγνώριση. Καθιερώνεται μάλιστα ένα συνοδευτικό πιστοποιητικό σπουδών (Diploma supplement), αυτών που έχει ακολουθήσει κανείς, ώστε να μπορεί να υπάρχει έλεγχος. Σημειώνουμε ότι 10 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, δεν έχουν υπογράψει ακόμη τη «Σύμβαση Αναγνώρισης Πτυχίων» τής Λισαβόνας, γεγονός που θα υποχρέωνε την Ελλάδα να αναγνωρίσει και τα πτυχία των κολεγίων δικαιόχρησης των Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών.

Μαζί με τον μοχλό τής αξιολόγησης καθιερώνονται υποχρεωτικά για όλα τα πανεπιστήμια τρεις κύκλοι σπουδών: προπτυχιακά 3 ή (γίνεται καταρχήν δεκτό) και 4 ετών - μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης (master) 2 ετών διδακτορικό δίπλωμα 3 ετών. Ητοι, έτη σπουδών: 3-5-8 (ή 4-6-9;). Στην πράξη, επειδή ένα δίπλωμα 3 ετών έχει γενική (και περιορισμένη άρα) αξία, αφού δεν κατοχυρώνει επαγγελματική κατάρτιση που απαιτεί κάποια ειδίκευση, οδηγούνται οι περισσότεροι πτυχιούχοι στις μεταπτυχιακές σπουδές (που άλλοτε ακολουθούνταν από λίγους σπουδαστές, οι οποίοι απέβλεπαν και σε ενδεχόμενη ακαδημαϊκή σταδιοδρομία.

Κι από κοντά έρχεται «το κερασάκι τής τούρτας», η κινητικότητα (ορθότ. διακινητικότητα, mobility) των φοιτητών. Η δυνατότητα να φοιτήσουν 1 ή 2 ή και περισσότερα εξάμηνα σε ένα ή περισσότερα πανεπιστήμια, με αναγνώριση των αντίστοιχων πιστωτικών μονάδων για το πτυχίο τους.

* Καίρια ερωτήματα

Ερώτημα, καίριο -και μοιραίο-: Με αυτά τα μέτρα εξασφαλίζεται για τα ΑΕΙ η αναβάθμιση τής ποιότητας, η ανταγωνιστικότητα και η προσέλευση ξένων φοιτητών; Μπορεί έτσι να επιτευχθεί μια αναγέννηση των ευρωπαϊκών ΑΕΙ ή πρόκειται για μια εξαιρετικά φιλόδοξη επιδίωξη που μπορεί να αποδειχθεί ουτοπία; Μήπως δηλαδή πρόκειται κυρίως για τεχνικές ρυθμίσεις (technicalities, τις λένε οι Αγγλόγλωσσοι) που δεν εξασφαλίζουν καλύτερη ποιότητα παιδείας, αφού δεν μπορούν να υποχρεώσουν π.χ. τα κράτη-μέλη να διαθέσουν -όπου χρειάζεται- μεγαλύτερα κονδύλια για την έρευνα; Αφού όλα τα πανεπιστήμια, λ.χ. τα ελληνικά, δεν έχουν την αναγκαία αυτονομία να καθαρίσουν π.χ. τον αριθμό των φοιτητών που μπορούν να εκπαιδεύσουν ανάλογα με το προσωπικό και τις υποδομές τους. Αφού το ενιαίο πλαίσιο στόχων δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι το ίδιο για όλα τα Πανεπιστήμια, δοθέντος ότι κάθε ΑΕΙ πρέπει να έχει τη δική του φυσιογνωμία. Πανεπιστήμια που δεν θα λάβουν σκληρές αποφάσεις στην επιλογή και εξέλιξη τού προσωπικού τους μπορούν να αναβαθμισθούν ποιοτικά; Ποιος μπορεί αυτό να το εξασφαλίσει; Και συμβαδίζει η ποιοτική αναβάθμιση με τη μείωση των ετών σπουδών από 4 σε 3; 'Η επειδή θα κινηθούν μερικές χιλιάδες φοιτητών σε άλλα πανεπιστήμια -σε αγγλικά κυρίως λόγω γλώσσας, λιγότερο σε γαλλικά ή γερμανικά και ελάχιστα σε πανεπιστήμια χωρών που δεν είναι ευρύτερα γνωστή η γλώσσα τους (Ελλάδα, Πορτογαλία, Δανία κ.λπ.)- θα αναβαθμισθεί η Ανώτατη Εκπαίδευση; Κι αν η σύγκλιση προς τον ενιαίο χώρο σημαίνει -γιατί δεν μπορεί να γίνει αλλιώς- επιβολή συγκεκριμένων επιλογών σε αντικείμενα και περιεχόμενο και κλάδους, ώστε να μπορεί να υπάρξει συγκρισιμότητα, αυτό δεν θα οδηγούσε σε δουλείες, εξαρτήσεις και σκοπιμότητες που θα κληθούν να στηρίξουν όλα τα ευρωπαϊκά ΑΕΙ; Μήπως πραγματικό ζητούμενο, που υπόκειται στη συμφωνία τής Μπολώνιας, είναι να μεταφερθεί ένα ουσιαστικό τμήμα σπουδών από το δωρεάν προπτυχιακό επίπεδο στο επί πληρωμή μεταπτυχιακό, για να μειώσουν οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών τα κονδύλια για την Ανώτατη Παιδεία;

* Ο κίνδυνος της απομόνωσης

Πολλά μπορούν να λεχθούν, αλλά δύο είναι τα θέματα που δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει: α) Οτι αναβάθμιση τής ποιότητας των πανεπιστημιακών σπουδών ώστε να επιτευχθούν οι μεγαλεπίβολοι στόχοι τής συμφωνίας τής Μπολώνιας δεν πραγματοποιείται, στην ουσία και στην πράξη, με τεχνικού περισσότερο χαρακτήρα ρυθμίσεις, αλλά και β) Οτι καμία ευρωπαϊκή χώρα, επομένως και η Ελλάδα, δεν μπορεί να μείνει έξω από τις εξελίξεις έστω κι έτσι όπως έχουν και να απομονωθεί. Αυτό που μπορεί και πρέπει να κάνει και η Ελλάδα και άλλες χώρες είναι να συσπειρωθούν και να αναζητήσουν λύσεις πραγματικής αναβάθμισης τής Ανώτατης Παιδείας με συνεργασία σε επιστημονικό επίπεδο και υψηλές απαιτήσεις, με κατοχύρωση μεγαλύτερης αυτονομίας των Πανεπιστημίων αλλά και με παράλληλη εξασφάλιση τής ιδιοπροσωπίας των ΑΕΙ κάθε χώρας, ακόμη και κάθε ΑΕΙ.

Εκτύπωση